Μια φορά και έναν καιρό σε μια χώρα μακρινή μέσα σε μία τεράστια και πανέμορφη λίμνη, ζούσε ένα μικρό μικρό κροκοδειλάκι. Ήταν τόσο μικρό που οι άλλοι κροκόδειλοι δεν τον έβλεπαν και κάποιες φορές τον πατούσαν. Το τοσοδούλικο κροκοδειλάκι ήταν πολύ στεναχωρημένο γιατί οι υπόλοιποι κροκόδειλοι δεν έπαιζαν μαζί του δεν του έδιναν καν σημασία. Ήταν σαν να μην υπάρχει. Είχε τόσο την ανάγκη να έχει έναν πολύ καλό φίλο… Μια μέρα εκεί που καθόταν μόνος του και έκλαιγε πάνω σε έναν βράχο, ξαφνικά ακούει έναν μεγάλο θόρυβο σαν να γίνεται σεισμός. Στην αρχή τρόμαξε πάρα πολύ. Και μέσα στην τρομάρα του φωνάζει με όλη του την δύναμη, ποιος είναι; Σας παρακαλώ είμαι εδώ στον βράχο, μην με πατήσετε. Και τότε τι να δει;;; έναν γίγαντα…με κάτι τεράστιες πατούσες…. Ήταν τόσο μεγάλος που δεν έβλεπε καν το κεφάλι του. Τότε σκύβει ο γίγαντας και τον ρωτάει, τι έχεις μικρέ μου φίλε και κλαις; Ανέβα στην παλάμη μου να μου το πεις γιατί δεν βολεύομαι έτσι όπως σκύβω… και τότε ο κροκόδειλος άρχισε να σκαρφαλώνει πάνω στον γίγαντα… έκανε που λέτε δύο ολόκληρες μέρες να φτάσει στην παλάμη του…. τόσο μεγάλος ήταν. Η παλάμη του ήταν τόσο μεγάλη που χωρούσε πάνω της πέντε παιδάκια. Όταν ο κροκόδειλος του διηγήθηκε την ιστορία του, τότε ο γίγαντας του είπε μην στεναχωριέσαι εγώ θα είμαι ο φίλος σου, από σήμερα και στο εξής θα παίζουμε όοολη μέρα μαζί.
Χαρούμενος τότε ο κροκόδειλος είπε στον γίγαντα να παίξουνε κρυφτό. Αλλά υπήρχε έναν μικρό προβληματάκι. Που να κρυφτεί ο γίγαντας!!!! πίσω από τον θάμνο;;; όχι. Μήπως πίσω από το δέντρο; Που να χωρέσει. Έτσι αποφάσισε να κρυφτεί πίσω από το βουνό. Και πόσες μέρες λέτε να έκανε ο κροκόδειλος να τον βρει;;; τρεις ολόκληρες μέρες. Έτσι αποφάσισαν πως δε μπορούν να παίξουν κρυφτό γιατί δεν ήταν καθόλου διασκεδαστικό. Αποφάσισαν λοιπόν να κάνουν τραμπάλα. Ανέβηκε ο κροκόδειλος από τη μία πλευρά και μόλις πήγε να καθίσει ο γίγαντας ο κροκόδειλος πετάχτηκε ψηλά στον ουρανό. Και έτσι άπλωσε ο γίγαντας το χέρι του και τον έπιασε. Οι δυο φίλοι ξέσπασαν στα γέλια ήταν πολύ διασκεδαστικό και για τους δυο. Επιτέλους λέει ο γίγαντας βρήκα και εγώ ένα παιχνίδι για να μπορώ να παίζω. Τόσο καιρό τίποτα δεν μπορούσα να παίζω γιατί όλα τα χαλούσα.
Ώσπου μια μέρα, καθώς ο γίγαντας πήγαινε να βρει τον κροκόδειλο τον είδε πολύ στεναχωρημένο. Τι έχεις μικρέ μου φίλε; τον ρώτησε. Οι άλλοι κροκόδειλοι στην λίμνη με κοροϊδεύουν και δεν με πιστεύουν που έχω φίλο έναν γίγαντα. Τότε ο γίγαντας τον πήρε στην παλάμη του και του είπ: εμπρός πάμε να μου γνωρίσεις τους κροκόδειλους που στο λένε αυτό… και όταν πήγαν στην μεγάλη λίμνη οι υπόλοιποι κροκόδειλοι δεν πίστευαν στα μάτια τους… μα πως γίνεται αυτό; ρώτησαν με απορία, πως γίνεται εσείς οι δύο να είστε φίλοι;;; πώς παίζετε; πως μιλάτε;;; πως τρώτε;;; και τότε το μικρό και τοσοδούλικο κροκοδειλάκι τους απάντησε πως τελικά στη ζωή δεν έχει καμία σημασία πόσο τεράστιος και πόσο μικρός είσαι… αυτό που μετράει είναι πως όσο διαφορετικός και να είσαι, είναι ωραίο να έχεις αληθινούς και πραγματικούς φίλους που σε αποδέχονται έτσι όπως είσαι… η διαφορετικότητα μας εξελίσσει… έτσι οι δυο τους που ήταν τόσο διαφορετικοί έγιναν δύο αχώριστοι φίλοι!!!
Χρύσα Πήλιου
Σύμβουλος Ψυχικής Υγείας – Συνθετική Ψυχοθεραπεύτρια